ελεύθερα κείμενα – copy, right – copy left…

[…] Αν εξαιρέσωμεν την του κουρέως, ουδεμία υπάρχει παρ’ ημίν τέχνη ευκολωτέρα της του συγγραφέως. Εμμανουήλ Ροΐδης
 

Στα χνάρια του ελληνικού underground:

Λαχτάρα για βαθύ χρόνο

 

Των Anna Václavíková και Jakub Černý

P1560773

Ο Jakub και η Anna σε καφέ της Ερμούπολης

«Τα χιλιάδες ερημονήσια του Αιγαίου, ως προορισμός, δίνουν την ευκαιρία στο σημερινό ανθρωποειδές των μεγαλουπόλεων να συρθεί έξω από τον πρωτογονισμό της μεγάλης σπηλιάς (έξω από τη μεγαλούπολη ντε) ξεπερνώντας τον τρόμο τού να βρεθεί μόνος μες στη φύση και να ξαναγοητευτεί απ’ αυτήν. Και τριγυρίζοντας κι αποθαυμάζοντας το τοπίο χίλιες δυο σκέψεις αρχίζουν να σπινθηρίζουν στο μυαλό, ενώ οι επιθυμίες και τα απραγματοποίητα όνειρα ζητούν την πραγμάτωσή τους…» (Τέος ΡόμβοςΑκολουθήστε τες)

Ενώ στην Αθήνα οι άνθρωποι και τα πολιτιστικά τεχνουργήματα ήταν στο επίκεντρο της προσοχής μας, η Σύρος προσφέρει μια αλλαγή προοπτικής. Το ανθρώπινο στοιχείο υποχωρεί στο βάθος. Η Σύρος, τουλάχιστον η φθινοπωρινή, είναι το αντίδοτο στη βιαστική πρωτεύουσα που παραπαίει στον απόηχο της οικονομικής κρίσης, του επαναστατικού ενθουσιασμού και της τουριστικής επέλασης στα αρχαία μνημεία.

Στην Αθήνα, συναντήσαμε την καταστροφή των αστικών κοινοτήτων και την ανανέωσή τους από το μετα-αυτόνομο underground. Στη Σύρο τα πάντα είναι λιγότερο συμπυκνωμένα, αλλά και λιγότερο καθορισμένα από το ανθρώπινο στοιχείο, την αστική της οικολογία και την αντίληψη του χρόνου. Τα φυσικά στοιχεία με τη μορφή της θάλασσας, του ανέμου, της γης και της μη ανθρώπινης ζωντανής φύσης έρχονται στο προσκήνιο, όπως έρχονται και τα διαφορετικά επίπεδα της ιστορίας στα οποία αποκαλύπτονται οι τρόποι με τους οποίους αυτά τα στοιχεία αλληλοεπέδρασαν ή ακούμπησαν το ένα πάνω στο άλλο στο πέρασμα του χρόνου.

Μπορούμε να δούμε φευγαλέα τις διάφορες σχέσεις που δημιουργούνται σ’ αυτό το πλούσιο οικοσύστημα. Κάποιες από αυτές γίνονται επίσης αντικείμενο συνεντεύξεων με τον Τέο Ρόμβο και τη Χαρά Πελεκάνου, ακτιβιστές, αναρχικούς και πάνω απ’ όλα πολίτες του κόσμου με μεγάλη καρδιά, οι οποίοι συμμετείχαν στη δημιουργία ενός από τους πρώτους αναρχικούς εκδοτικούς οίκους στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, με την ονομασία Octopus Press, και αργότερα αποφάσισαν να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους στο νησί.

Η συνάντηση με τον Τέο και τη Χαρά, που γίνονται οδηγοί μας, και η γνώση τους για το νησί, σταδιακά φέρνει απέναντί μας μια διαφορετική αντίληψη του χρόνου από αυτή που έχουμε συνηθίσει στη «μεγάλη σπηλιά», είτε με τη μορφή της Αθήνας είτε της Οστράβα. Μαζί με την Joanna Macy, ένθερμη οικολόγο και φιλόσοφο, τον ορίζουμε ως «βαθύ χρόνο», μια εναλλακτική στον πιο κοινό «εσπευσμένο χρόνο». Ο εσπευσμένος χρόνος, συνήθως προσανατολισμένος σε μικρότερους χρονικούς κύκλους, δημιουργεί έναν νοητό ορίζοντα για τον κόσμο μας.

Η προτίμηση στον εσπευσμένο χρόνο οδηγεί αναπόφευκτα σε κρίσεις, επειδή οι αρνητικές συνέπειες των ενεργειών μας, πέρα από τον ορίζοντα των σύντομων χρονικών κύκλων, δεν λαμβάνονται υπόψη, κι έτσι δημιουργούνται απρόβλεπτες παγίδες για το μέλλον. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κλιματική κρίση, οι συνέπειες της οποίας εξακολουθούν να εκτείνονται πέρα από τους σύντομους χρονικούς κύκλους στους οποίους έχουμε συνηθίσει να λειτουργούμε στη σύγχρονη ιστορία.

Σε προσωπικό επίπεδο, ο εσπευσμένος χρόνος εκδηλώνεται με την υπερκόπωση, η οποία έρχεται σαν αποτέλεσμα του ότι λειτουργούμε με υπερβολικούς ρυθμούς και «δανειζόμαστε» (αντοχή, ύπνο, διάθεση κλπ.) από τον μελλοντικό μας εαυτό.

Η Macy λέει ότι αν η αιτία των σύγχρονων κρίσεων είναι η παραμόρφωση της χρονικής μας προοπτικής, τότε μια διαφορετική αντίληψη του χρόνου μπορεί να οδηγήσει στην ανάκαμψη.

Ως εναλλακτική λύση προτείνει τον βαθύ χρόνο, τον οποίο μπορούμε να φανταστούμε, για παράδειγμα, ως λήψη αποφάσεων με βάση την προοπτική των επτά γενεών που προηγήθηκαν και άλλων επτά που θα μας διαδεχθούν.

Πώς άραγε θα αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι που θα ζήσουν στα μέσα του εικοστού δεύτερου αιώνα την επιθυμία μας για γρήγορο κέρδος, που κατέστρεψε τα φυσικά οικοσυστήματα; Θα θρηνούν ακόμα αυτό που χάνεται σήμερα; Πώς θα ήταν ο κόσμος μας αν το κάναμε συνήθειο να λαμβάνουμε υπόψη μας τη μελλοντική τους φωνή;

Αρκούν όμως επτά γενιές; Μερικοί κύκλοι ξεπερνούν τις επτά γενιές. Τα αέρια του θερμοκηπίου που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα σε υπερβολικές ποσότητες σίγουρα δεν θα εξαφανιστούν μετά από επτά γενιές, ούτε είναι πιθανό να αποσυντεθούν τα περισσότερα από τα μη βιολογικά απόβλητα που παράγουμε σήμερα. Το να φανταστούμε τον χρονικό ορίζοντα ορισμένων από αυτές τις διαδικασίες προσκρούει στα όρια της φαντασίας μας. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Timothy Morton, για παράδειγμα, για να ξεπεραστούν οι σημερινές κρίσεις, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη η ύπαρξη «υπεραντικειμένων» (κλιματική αλλαγή, πλανήτης, τη συνολική ποσότητα μικροπλαστικών στον πλανήτη κ.λπ.) που εισέρχονται στην καθημερινότητά μας από μια άλλη χρονική διάσταση, η αντίληψη της οποίας ξεφεύγει από τον ανεκπαίδευτο νου. Η κατανόηση της λειτουργίας των υπεραντικειμένων, των αναλογιών και του ρυθμού τους, μας βοηθάει στο παρόν να προσανατολιστούμε· να προσανατολιστούμε στο τι πρέπει να επιδιώξουμε και πώς να ενεργήσουμε. Η αντίληψη του βαθέος χρόνου είναι οδηγός ακτιβισμό, τον μακροπρόθεσμο στόχο του οποίου μπορεί, μερικές φορές, να χάσουμε από τα μάτια μας. Το νησιωτικό σύστημα είναι ένα τέτοιο υπεραντικείμενο, που είναι πολύπλοκο, αλλά ταυτόχρονα, κατά κάποιο τρόπο, απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο, και ως εκ τούτου μας δίνει την ευκαιρία να ανυψωθούμε πάνω από τον αφρό των ημερών. Προσφέρει την ευκαιρία να ξεφύγουμε από τους γρήγορους ρυθμούς του πολιτισμού και να επανασυνδεθούμε με μια βαθύτερη αίσθηση του χρόνου, για να βρούμε μια θέση στη μεγάλη εικόνα της εξέλιξης.

Ελάτε μαζί μας για λίγο, να συντονιστούμε με αυτό το νησιωτικό σύστημα και τις εντάσεις του και να γνωρίσουμε τον Τέο και τη Χαρά, που έχουν ενσωματωθεί στη  νησιωτική ζωή, έξω από τη μεγάλη σπηλιά και μας έκαναν να λαχταράμε μια πιο δυνατή αίσθηση του βαθέος χρόνου.

Σημειώσεις από την κρουαζιέρα

Η μέρα της κρουαζιέρας ξεκινά δραματικά. Κατά τη διαδρομή με το μετρό στο λιμάνι του Πειραιά συνειδητοποιούμε ότι δεν θα προλάβουμε το πλοίο. Είναι 6:30 το πρωί και η σκέψη ότι θα ξεμείνουμε όλη μέρα στο χάος του λιμανιού περιμένοντας το επόμενο πλοίο δεν είναι καθόλου ευχάριστη. Ως εκ θαύματος, όμως, καταφέρνουμε να παραλάβουμε τα εισιτήριά μας και να προλάβουμε το πλοίο τη στιγμή που επιβιβάζονται οι τελευταίοι επιβάτες και ένας υπάλληλος της ναυτιλιακής εταιρείας είναι έτοιμος να δώσει την εντολή να σηκωθεί ο καταπέλτης που συνδέει το πλοίο με την ακτή. Μας πλημμυρίζει μια αίσθηση ανακούφισης. Σαλπάρουμε την ώρα που ανατέλλει ο ήλιος.

Η μετάβαση από το πρωινό τρέξιμο μέσα στην πόλη στη στατική θέση των παρατηρητών στο κατάστρωμα του πλοίου φέρνει μια ξαφνική αλλαγή προοπτικής. Το άγχος του έντονου ρυθμού της πόλης φεύγει μακριά μας καθώς το Blue Star που συνδέει καθημερινά την Αθήνα με τα νησιά των Κυκλάδων καταπίνει ναυτικά μίλια. Ίσως είναι η απεραντοσύνη της θάλασσας και η συρρικνούμενη εικόνα της Αθήνας στο βάθος, που θυμίζει γραφικό μοντέλο πόλης σε μουσείο. Έχει επίσης να κάνει με το γεγονός ότι βρισκόμαστε στο ανοιχτό κατάστρωμα, το οποίο μαστιγώνεται από τον άνεμο και το νερό και από το οποίο σταδιακά εξαφανίζονται οι άνθρωποι· το αλμυρό νερό εισχωρεί σε κάθε πτυχή των ρούχων και του σώματος, και όλα κολλάνε από την υγρασία. Μαζί με λίγους γενναίους (καπνιστές), μένουμε στο κατάστρωμα και προσπαθούμε να αντέξουμε τους κινδύνους του καιρού, απολαμβάνοντας την απεραντοσύνη που συνοδεύει το αίσθημα της ελευθερίας, και να στρέψουμε την προσοχή μας στον προορισμό μας. Όσο αλλάζει η κλίμακα, αλλάζει και ο βαθμός απορρόφησης από τα αστικά θέματα.

Περνάμε το ακατοίκητο νησί Άγιος Γεώργιος, που σήμερα λειτουργεί κυρίως ως γιγάντιο αιολικό πάρκο. Ενώ στη χώρα μας τα αιολικά πάρκα είναι σύμβολο της πράσινης επανάστασης, στις Κυκλάδες έχουν μετατραπεί σε σύμβολο αλόγιστης λεηλασίας ενάντια στην οποία υψώνεται ένα αυξανόμενο κύμα αντίστασης. Ο Tέος συμμετέχει στο Δίκτυο Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Αιγαίου και δημοσιεύει τακτικά άρθρα στο περιοδικό Εύπλοια για την υποστήριξη αυτών των πρωτοβουλιών. Μαζί με τις άλλες νησιωτικές ομάδες προσπαθούν να περιορίσουν ή να αποτρέψουν πλήρως αυτού του είδους την ανάπτυξη, η οποία, κατά την άποψή τους, δεν έχει αρχή και τέλος και εξυπηρετεί μόνο τον πλουτισμό των επενδυτών.

Ήδη από την Αθήνα, περιβαλλοντικοί ακτιβιστές μας έχουν επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι, υπό το πρόσχημα της παραγωγής πράσινης ενέργειας, συμβαίνει εδώ μια οικολογική καταστροφή που οδηγεί τα οικοσυστήματα των νησιών σε κατάρρευση. Η ανεξέλεγκτη επέκταση των αιολικών πάρκων έχει αντίκτυπο στους εύθραυστους βιότοπους, στα καταφύγια πουλιών και στο συνολικό τοπίο των νησιών. Οι ερειπωμένοι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής σκουριάζουν στην παρθένα φύση, ως ενθύμιο της απερίσκεπτης προσπάθειας του ανθρώπου να εκμεταλλευτεί τον πακτωλό των επιδοτήσεων για πράσινη ενέργεια. Κοιτάζοντας τα ερείπια δυσλειτουργικών ανεμογεννητριών που δεν έχουν επισκευαστεί ή καθαριστεί δημιουργείται μέσα μας μια μυστηριώδης αίσθηση υπαρξιακής δυσφορίας: γινόμαστε μάρτυρες ενός είδους επιταχυνόμενης ιστορίας που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι δική μας, αν και δεν αναγνωρίζουμε τις δικές μας ιδέες για το μέλλον αυτού του ανανεώσιμου πόρου σε αυτό.

2

Αιολικά πάρκα στις Κυκλάδες. Πηγή: ΜΡ/Στέλιος Ευσταθόπουλος

Ο πλους στο Αιγαίο αποκαλύπτει επίσης κομμάτια από την πρόσφατη ιστορία της φασιστικής δικτατορίας. Ένα από αυτά είναι το νησί Γυάρος, με τα ερείπια της φυλακής για πολιτικούς κρατουμένους. Η φυλακή δημιουργήθηκε από τη χούντα για να κατηχήσει τους αντιφρονούντες της εποχής στο εθνικιστικό σχέδιο μέσω αρχαίων συμβολισμών. Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Simon Murray, Performing Ruins, η λεγόμενη επανεκπαίδευση βασίστηκε στην αναγκαστική έκθεση των κρατουμένων σε ιστορίες αλλά και σε φυσικές εικόνες αρχαίων μνημείων. Οι κρατούμενοι έπρεπε να γράφουν και να απαγγέλλουν ελληνική ποίηση ή να παίζουν θεατρικά έργα που έδειχναν λατρεία στο πνεύμα του ελληνισμού. Στο στρατόπεδο παιζόταν πατριωτική μουσική και, γενικά, το σύστημα προσπάθησε να αναγκάσει τους αντιφρονούντες να υπογράψουν δήλωση μετάνοιας, στην οποία να αποκηρύσσουν τις πολιτικές πεποιθήσεις τους και να διαβάλλουν τους φίλους τους.

Τα επόμενα νησιά δεν μας κεντρίζουν τόσο την περιέργεια και έτσι μας απορροφούν και πάλι τα κείμενα του περιοδικού Τρύπα του Τέου και της Χαράς. Είμαστε λίγο αγχωμένοι που δεν γνωρίζουμε αρκετά γι’ αυτούς, που δεν ξέρουμε πραγματικά τι θέλουμε να τους ζητήσουμε να κάνουν. Έχουμε αρχίσει ήδη να μαθαίνουμε να αντιμετωπίζουμε αυτό το συναίσθημα και να μην ντρεπόμαστε για αυτό.

Μετά από τρεισήμισι ώρες, χτυπημένοι από τον αλμυρό άνεμο και λίγο κουρασμένοι, φτάνουμε στην Ερμούπολη, την πρωτεύουσα τόσο της Σύρου όσο και των Κυκλάδων και κύριο εμπορικό κέντρο, κάποτε,  ολόκληρης της Ελλάδας. Μια όμορφη πόλη με βιομηχανικό παρελθόν, που θα μπορούσε να είναι μια αποικιακή πόλη του δέκατου ένατου αιώνα, και μας εκπλήσσει με τον μετα-εποχιακό επαρχιωτισμό της.

(Μη)-τόπος για την πραγματοποίηση της ουτοπίας

«Κατά κάποιο τρόπο όλα φαίνονται να συγκλίνουν στο ότι ο παράδεισος με κατοίκους την Εύα και τον Αδάμ σ΄ ένα τέτοιο ερημονήσι έλαβε χώρα. Γιατί εδώ ξεδιπλώνεται ο μη τόπος, η ουτοπία…»  (Τέος Ρόμβος, Ακολουθήστε τες)

Συναντάμε τον Τέο και τη Χαρά αργότερα εκείνο το βράδυ. Η συνάντηση γίνεται στο μπαρ-εστιατόριο του ξενοδοχείου Ερμής στο λιμάνι, που μάλλον ήταν πολύ ακριβό για να μας φιλοξενήσει. Η τουριστική σαιζόν έχει τελειώσει και τα τραπέζια, στρωμένα με καθαρά λευκά τραπεζομάντιλα, είναι άδεια. Οι οικοδεσπότες μάς υποδέχονται θερμά και μας πείθουν αμέσως να πιούμε μαζί τους σοκολάτα με ρούμι — ένα ποτό που λέγεται ότι ο ίδιος ο Τέος έχει διαδώσει στα τοπικά καφέ της Σύρου.

Φύγαμε από την πολυσύχναστη Αθήνα με την εντύπωση ότι θα συναντούσαμε τον Τέο και τη Χαρά για μερικές φευγαλέες συναντήσεις σε καφετέριες, κατά τις οποίες θα γνωριζόμαστε λίγο και θα συζητούσαμε για το ελληνικό underground. Μένουμε έκπληκτοι όταν μαθαίνουμε το πρόγραμμα με τα μέρη που σχεδιάζουν να μας πάνε τις επόμενες μέρες για να μας δείξουν ένα «διαφορετικό» νησί. Το σχέδιο περιλαμβάνει τους θησαυρούς του νησιού, ίχνη αρχαίων χαραγμάτων που άφησαν οι πρώτοι κάτοικοι των Κυκλάδων, προϊστορικά νεκροταφεία, κρυφές παραλίες, γεωλογικά φαινόμενα ή κατοικημένες σπηλιές και το φιλόδοξο έργο του Γιάννη, ενός Αμερικάνου, που δημιούργησε μια πράσινη όαση σε ένα άνυδρο μέρος του νησιού.

Ο Τέος και η Χαρά, που συναντάμε στο νησί, διαφέρουν από τους ανθρώπους που συνδέουμε με το μεταεπαναστατικό αστικό σκηνικό των Εξαρχείων, όπου δημιούργησαν το περιοδικό Τρύπα και τα οποία αναφέρθηκαν στην ομώνυμη έκθεση (που έγινε στην Τσεχία) The Hole. Είναι άνθρωποι των νησιών, όχι άνθρωποι της πόλης, αν και η τρέχουσα κατάστασή τους είναι δύσκολο να κατανοηθεί χωρίς τη διαδρομή που έχουν διανύσει στη ζωή τους:

«Ήμουν γέννημα και θρέμμα της μεγάλης πόλης. Είχα περάσει μεγάλο μέρος της ζωής μου ζώντας αποξενωτικά, αλλοτριωμένα, ασυνάρτητα στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις όπου όμως έκανα και σπουδαίες εμπειρίες. Τα καλοκαίρια κατέβαινα στα νησιά του Αιγαίου. Μύχιος πόθος μου ήταν να ζήσω μόνιμα σ’ ένα νησί. Να γευτώ αυτή την ξεχωριστή εμπειρία ζωής σε μια στεριανή λωρίδα γης που την ταξιδεύει πάνω από τις αβύσσους της θάλασσας ο βοριάς που λυσσομανάει νύχτα-μέρα. Με τρέλαινε η ιδέα της χειμωνιάτικης μοναδικότητας του αποκλεισμένου από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα νησιού.» (από το μπλογκ του Τέου Ρόμβου)

Όταν λέμε ότι πρόκειται για νησιώτες, εννοούμε ένα είδος απεραντοσύνης και συνέχειας, αλλά και ίσως μια αποφασιστικότητα με την οποία πασχίζουν να υλοποιήσουν κάτι πολύ μεγαλύτερο από τους ίδιους. Είναι δύσκολο να πούμε ακριβώς περί τίνος πρόκειται, αλλά το συνδέουμε με την ιδέα μιας παν-νησιωτικής ουτοπίας, που φέρνει στον νου το ίδιο το γεγονός της ζωής σε διάσπαρτα κομμάτια γης που χωρίζονται από ένα θαλάσσιο χάσμα. Μια ελευθερία, μια ένωση με τη φύση που έχει σχεδόν ψυχεδελική επίδραση, αλλά και μια σύνδεση με την περιπέτεια και τη ζωηρή αλληλεπίδραση πολιτισμών στην εποχή πριν από τη δημιουργία των κρατών-εθνών, όταν τα νησιά του Αιγαίου ήταν τόποι ελευθερίας, αυτάρκειας, αλλά και πολιτισμικών ανταλλαγών.

«Γιατί αυτές οι ακατοίκητες βραχονησίδες ανήκουν σε όλα τα περαστικά πλάσματα που θέλουν να ξαποστάσουν, να περιεργαστούν και να ανακαλύψουν, να καταλάβουν, να κατανοήσουν πώς ξεκινάει η ζωή, μιας και όλα συνηγορούν στο ότι αυτές οι ακατοίκητες νησίδες ανήκουν στα φυτά, στα μεταναστευτικά πουλιά και σε όσους ελεύθερους κι απάτριδες θελήσουν να τις κατοικήσουν για λίγο ή για πάντα…» (από το μπλογκ του Τέου Ρόμβου)

Η συνάντηση με τον Τέο και τη Χαρά μας επέτρεψε επίσης να γνωρίσουμε τον κύκλο φίλων τους. Το πρώτο βράδυ συναντάμε τον Σωτήρη, έναν μποέμ τύπο του νησιού, που διαχειρίζεται το μπαρ La Bohème και πίνει λίγο. Διατηρεί το φοιτητικό-μποέμ ύφος του, παρόλο που κοντεύει τα πενήντα. Είναι ήδη εγγεγραμμένος σε τρίτη πανεπιστημιακή σχολή. Μέχρι στιγμής έχει σπουδάσει φυσική αγωγή στο Βελιγράδι (όπου όλοι έπιναν πολύ) και φιλολογία στη Νότια Αμερική. Όταν μαθαίνει ότι ο Jakub δουλεύει με χρήστες ναρκωτικών, τον πειράζει λέγοντάς του ότι μαζί του ευχαρίστως θα έκανε κι εκείνος απεξάρτηση.

Χαμογελώ, αλλά κλαίω μέσα μου

Το επόμενο πρωί ο Τέος και η Χαρά μας παίρνουν από το καφέ Corner στην κεντρική πλατεία της Ερμούπολης. Ο Τέος πατάει γκάζι και μας οδηγεί στους απότομους και στενούς μονόδρομους, για να ξανακατέβουμε στα ναυπηγεία, όπου γίνονται μόνο επισκευές πλοίων. Προσπερνάμε ένα βιομηχανικό μουσείο και ένα παλιό νοσοκομείο στο λόφο πίσω από την πόλη, αλλά ο πραγματικός προορισμός είναι η φαινομενικά συνηθισμένη ακτογραμμή του νότιου άκρου του νησιού. Ένα μέρος που έχουν αγαπήσει ο Τέος και η Χαρά.

Υπάρχει μια ωραία παραλία με βότσαλα εδώ, αλλά εδώ επίσης γίνεται το καθημερινό τάισμα των αιλουροειδών φίλων που περιμένουν με ανυπομονησία τον Τέο και τη Χαρά. Καθόμαστε για λίγο δίπλα σε ένα μικρό εγκαταλελειμμένο σπίτι — μόνο που στη βεράντα του λαμβάνει χώρα η τακτική τελετουργία του ταΐσματος, οπότε τελικά δεν μας λείπει η παρέα. Κοιτάμε τριγύρω, ακούμε τον άνεμο που σείει μικρά δέντρα, καλάμια και θάμνους, αλλά και την αγριεμένη θάλασσα στο βάθος. Περπατάμε σε μια βραχώδη ακτογραμμή γεμάτη μυτερά βράχια με τα κύματα να χτυπούν βίαια πάνω τους. Ακολουθούμε ένα μονοπάτι ανάμεσα σε χαμηλούς αγκαθωτούς θάμνους. Το έδαφος είναι στεγνό. Ο Τέος αφηγείται ιστορίες για το τοπίο και τις αλλαγές του. Δείχνει τις στέγες νεόδμητων κατοικιών που ξεπετάγονται πίσω από τους λόφους και χαμογελάει καθώς μιλά για την άναρχη ανάπτυξη στα νησιά που τείνει να καταπιεί τα απομεινάρια του αρχικού τοπίου. «Χαμογελάω, αλλά κλαίω μέσα μου», λέει με παράπονο. Αργότερα συναντάμε την ανεξέλεγκτη δόμηση και καταπάτηση του ανοιχτού νησιωτικού τοπίου σε αδιάκοπη επανάληψη.

3

Η Χαρά μας δίνει σιγά σιγά να μυρίσουμε όλα τα βότανα και μας μιλά για τη χρήση τους στην οικονομία του νησιού. Φασκόμηλο, θυμάρι, μάραθο, υπερικό και άλλες διάφορες μυρωδιές μεταφέρονται από το αεράκι του νησιού, το οποίο στα ψηλότερα βράχια αντικαθίσταται από έναν δυνατό βόρειο άνεμο, αλμυρό και ιλιγγιώδη. Περνάμε από ένα πηγάδι, αλλά δεν έχει πολύ νερό. Κάποιος έχει ζωγραφίσει ένα συνοφρυωμένο πρόσωπο πάνω του. Το νερό των πηγών είναι σπάνιο στη Σύρο, επομένως το μεγαλύτερο μέρος του πόσιμου νερού παρέχεται από μονάδες αφαλάτωσης και μια ελαφριά αλμύρα είναι πάντα παρούσα, ακόμη και όταν βουρτσίζεις τα δόντια σου.

4

ΣύροςΑρχείο συγγραφέων.

Επιστρέφουμε στο αυτοκίνητο και προσπερνάμε ένα χαριτωμένο φίδι στον χωματόδρομο. Κατά τύχη, η συζήτησή μας καταλήγει στο πώς τα παπούτσια διαλύονται στις πεζοπορίες μέσα στη ζέστη του μεσημεριού. Τότε γίνεται η πολύ εντυπωσιακή ακόλουθη αποκάλυψη: στα τσεχικά, η λέξη παπούτσι είναι papuč, όπως και στα ελληνικά. Προσοχή, εμείς οι Τσέχοι μοιραζόμαστε με τους Έλληνες την ίδια λέξη για το παπούτσι!

Το κοινωνικό δίκτυο του νησιού

«Επέλεξα το Συριανό Τοπίο επειδή το βρήκα ουσιαστικό, σκληρό, σχεδόν ασκητικό και έγινα κάτοικος Σύρου. Από τη μια η ζωντανή μικρή πόλη με μια επαρκή ανθρωποκοινωνία, από την άλλη ένα φυσικό πάρκο στη βόρεια πλευρά του νησιού, μια αρμονική φυσική ενότητα, μια άθικτη φυτοκοινωνία. Σε τούτα τα μέρη είχε γεννηθεί ο Αιγαιακός πολιτισμός (πολιτισμός Σύρου-Κέρου), που οι αρχαιολόγοι τον περιγράφουν σαν την αυγή του ανθρώπινου πολιτισμού.» (από το μπλογκ του Τέου Ρόμβου)

Συνεχίζουμε ανεβαίνοντας στα ψηλότερα, πολύ πιο άγρια μέρη του νησιού. Στην πορεία, ο Τέος μας μιλά για τα μυστηριώδη χαράγματα χιλιάδων ετών, που εμφανίζονται σε διάφορα σημεία του νησιού, σε πέτρες και βράχους. Παρκάρουμε σε ένα μικρό ίσιωμα στην κορυφή ενός λόφου. Δεν υπάρχουν αρκετά επίθετα συγκριτικού και υπερθετικού βαθμού για να περιγράψουν τη δύναμη του ανέμου, που απλώς φυσάει. Κατηφορίζουμε το ξηρό βραχώδες έδαφος και κατευθυνόμαστε προς ένα τεράστιο στρογγυλεμένο κομμάτι βράχου που δεσπόζει στο τοπίο μπροστά μας με το μέγεθός του. Η Σύρος χαρακτηρίζεται από τη γεωποικιλότητά της. Αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από μεταμορφωμένους σχιστόλιθους. Στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα, ανακαλύφθηκε εδώ και περιγράφηκε ο γλαυκοφανής, ένα σκούρο γαλαζωπό ορυκτό, που το βλέπουμε γύρω μας σε αφθονία. Κοιτάζοντας προσεκτικά, είναι ξεκάθαρο ότι άλλα πλάσματα έρχονταν στον βράχο πολλούς αιώνες πριν από εμάς, ίσως και χιλιετίες, ψηλαφίζοντας, όπως κάνουμε εμείς τώρα που παρατηρούμε τις αρχαίες βραχογραφίες και αναζητούμε τις πιθανές ερμηνείες τους.

Σύμφωνα με τον Τέο, τα χαράγματα αυτά μπορεί να είναι μηνύματα, σημαντικές πληροφορίες για τους επισκέπτες των νησιών, ένα είδος κοινωνικού δικτύου των αυτόχθονων κατοίκων των Κυκλάδων. Τα νησιά δεν ήταν κόσμοι μακρινοί. Από αμνημονεύτων χρόνων αποτελούσαν ένα ζωντανό δίκτυο στο οποίο γινόταν δυναμική επικοινωνία και ανταλλαγή, επηρεασμένη από το στοιχείο της θάλασσας. Η αχανής υδάτινη επιφάνεια, ενώ περιόριζε τα ταξίδια, ενθάρρυνε παράλληλα τους ανθρώπους να εξερευνήσουν και να ξεπεράσουν τις προκλήσεις, παρακινώντας τους να αφήσουν μηνύματα στον εαυτό τους και στους θεούς τους στα νησιά.

5

Χαράγματα, Σύρος. Αρχείο συγγραφέων.

Τα χαραγμένα σχέδια θυμίζουν αστέρια, κοχλίες, ρόμβους, αλλά και αρχαία συστήματα μέτρησης, ανθρώπινες μορφές ή σχήματα πλοίων της εποχής. Αποτελούν μια πρώτη μορφή αποτύπωσης και μετάδοσης ενός νοήματος και προοιωνίζουν τη μεταγενέστερη γραφή. Ερευνώντας αυτά τα χαράγματα, τα οποία δημοσίευσε υπό τον τίτλο Ίχνη, ο Τέος έγινε μάρτυρας μιας καταγραφής χιλιάδων ετών ελληνικού πολιτισμού, γλώσσας και αρχιτεκτονικής ανάπτυξης, κάτι με το οποίο κανείς στη Σύρο πριν από αυτόν δεν είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα.

Φαίνεται σχεδόν απίστευτο ότι ακόμη και σήμερα μπορεί να βρεθούν στην Ευρώπη τα απομεινάρια μιας αρχαίας ιστορίας που δεν έχει μέχρι τώρα καταγραφεί και ερμηνευτεί.

6

ΧαράγματαΣύροςΑρχείο συγγραφέων.

Στο δρόμο της επιστροφής, περνάμε μέσα από μια περιοχή χτισμένη με τα χαρακτηριστικά οικογενειακά σπίτια που γνωρίζουμε από την Ερμούπολη, καθώς και από οικισμούς πολύ μεγαλύτερους και πιο εντυπωσιακούς από όσους έχουμε δει μέχρι τώρα στο νησί.

Αν η πολυτέλεια εξακολουθούσε, ακόμη και σήμερα, να είναι ενδεικτική της ιερότητας ενός τόπου, εμείς οι ξένοι δεν θα είχαμε πολλές πιθανότητες να αναγνωρίσουμε τα πνευματικά ιερά, γιατί θα μπορούσαμε κάλλιστα να μπερδέψουμε μια εκκλησία με τη βίλα ενός πλούσιου. Αυτή είναι μια πτυχή της ανάπτυξης χωρίς αρχή, που περιγράφει ο Τέος, η οποία δεν γνωρίζει άλλα όρια εκτός από αυτά που επιβάλλει η κερδοφορία της επενδυτικής ευκαιρίας και ο δεσποτισμός του (ιδιωτικού) κεφαλαίου.

Τέλος, βρισκόμαστε να πίνουμε μπίρα, μοναδικοί πελάτες, σε ένα εστιατόριο δίπλα στην παραλία της Αζολίμνου, ενός μεσογειακού θέρετρου που ανασαίνει τη μοναξιά του φθινοπώρου. Η ανοιχτοσύνη και η ζεστασιά του Τέο και της Χαράς μας παρασύρουν στη χαλαρότητα του νησιού, η μέρα φαίνεται πιο αργή από τις προηγούμενες, υπάρχει περισσότερος χώρος για σκέψη ανάμεσα στις λέξεις. Ο ορίζοντας της θάλασσας μας επιτρέπει να αφήσουμε για λίγο στην άκρη τις σκέψεις, να τις αφήσουμε να λικνίζονται στα κύματα και να βυθίζονται βαθύτερα στην ελικοειδή κίνηση της στιγμής.

Το σούρουπο της ίδιας μέρας, κατευθυνόμαστε στον οικισμό της Άνω Σύρου, όπου μένουν οι δύο φίλοι μας, σε ένα παραδοσιακό σπίτι λαϊκής νησιώτικης αρχιτεκτονικής βαμμένο σε έντονο ροζ. Το σπίτι και ο τρόπος με τον οποίο κατοικείται μας προκαλούν μια εντύπωση σεμνότητας, αλλά και ελευθερίας που συνδέεται με τη δημιουργική ελευθερία και ανεξαρτησία. Διάφορα φυτά αγκαλιάζουν το σπίτι και οι γάτες μπορούν να μπαινοβγαίνουν ελεύθερα. Καθόμαστε σε ένα ευχάριστο σαλόνι, που χρησιμεύει ως τόπος συνάντησης αλλά και ως χώρος δημιουργίας, όπως αποδεικνύεται από τους σωρούς από διάφορα ντοσιέ στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο. Το άρωμα της σπιτικής πίτσας που θα σερβιριστεί για δείπνο αναδύεται από τον πέτρινο φούρνο. Στο μεταξύ πίνουμε κρασί ροζέ και χαζεύουμε στη βιβλιοθήκη, όπου ανάμεσα σε άλλα πέφτουμε πάνω στα βιβλία του Τέο και στα πρωτότυπα του θρυλικού περιοδικού Τρύπα, που συνδέεται με τη ζωή του Τέο και της Χαράς πριν εγκατασταθούν στο νησί. Η πίτσα συνοδεύεται από μια νόστιμη πίτα φτιαγμένη με χόρτα που συλλέγει η Χαρά στις βόλτες της στο νησί. Μετά το δείπνο συζητάμε, ώσπου αρχίζουμε σιγά σιγά να νυστάζουμε. Κατεβαίνουμε με τα πόδια στην Ερμούπολη.

Η βίωση του αργού νησιωτικού χρόνου απελευθέρωσε επιτέλους την ένταση που προκαλούν οι γρήγοροι ρυθμοί της πόλης και ξεμπέρδεψε τους κόμπους στο μυαλό μας που δεν καταφέρναμε να λύσουμε τις τελευταίες μέρες. Η βραδινή χαλάρωση μετά από καλό φαγητό και κρασί συνοδεύει τα ικανοποιημένα κορμιά μας καθώς κατεβαίνουμε μέσα από στενά και ήσυχα δρομάκια προς την πόλη του λιμανιού.

Ερμούπολη

Σε αντίθεση με άλλες νησιωτικές πόλεις, η Ερμούπολη δεν είναι απλώς ένα τουριστικό θέρετρο. Ιδρύθηκε την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης, στο πρώτο μισό του δέκατου ένατου αιώνα, από πρόσφυγες που εγκατέλειψαν τα νησιά τους κυνηγημένοι από τον πόλεμο. Η πόλη υπήρξε κάποτε βιομηχανικό κέντρο και για πολύ καιρό ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας (σήμερα είναι ο Πειραιάς). Επίσης εδώ λειτουργεί μια πανεπιστημιακή πολυτεχνική σχολή. Η Ερμούπολη είναι το διοικητικό κέντρο των Κυκλάδων. Είναι επίσης πολιτιστικό κέντρο και έχει μια σταθερή κοινότητα ανθρώπων. Ειδικά εκτός τουριστικής εποχής, έχεις την αίσθηση μιας πόλης που, εκτός από τον περίπατο κατά μήκος της παραλίας και μερικούς εμπορικούς δρόμους, φαίνεται αρκετά συνηθισμένη, δημιουργώντας έτσι την αίσθηση μιας σταθερής βάσης στην οποία επιστρέφουμε με ευχαρίστηση μετά από τις εξορμήσεις μας στα απομακρυσμένα μέρη του νησιού. Η βιομηχανική ιστορία της πόλης κρύβει μερικά αξιοπερίεργα, τα οποία συναντάμε στο Βιομηχανικό Μουσείο. Μεταξύ των πιο παράξενων είναι το ηλεκτρικό αυτοκίνητο Enfield 8000, το οποίο κατασκευάστηκε εδώ στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και, σύμφωνα με τον υπεύθυνο του μουσείου, ήταν ένα από τα πρώτα ηλεκτρικά αυτοκίνητα μαζικής παραγωγής στον κόσμο. Η μπαταρία ζύγιζε περίπου 140 κιλά και χρειαζόταν έξι ώρες για να φορτιστεί. Δυστυχώς, δεν είδαμε κανένα από αυτά να κυκλοφορεί στη Σύρο.

9

ΦΩΤΟ. Το πρώτο ηλεκτρικό αυτοκίνητο μαζικής παραγωγής στην Ελλάδα — και πιθανώς στον κόσμο. Αρχείο συγγραφέων.

Το δεύτερο, λίγο πιο τραγικό, αξιοπερίεργο ήταν ένα τροχοκίνητο ατμόπλοιο που σχεδιάστηκε για θαλάσσια ταξίδια. Η μοναδικότητά του βρισκόταν στο γεγονός ότι ήταν ένα είδος πλοίου που χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για τη ναυσιπλοΐα στα ποτάμια. Δυστυχώς, ήταν θέμα χρόνου να υποκύψει στις δύσκολες καιρικές συνθήκες του Αιγαίου. Το πλοίο, που ονομαζόταν Πατρίς και έκανε τακτικά δρομολόγια  μεταξύ Σύρου και Αθήνας μεταφέροντας ανθρώπους και εμπορεύματα, βυθίστηκε στα ανοιχτά της νήσου Κέας τον Φεβρουάριο του 1868. Χάρη στις προσπάθειες κάποιων ανθρώπων και τις αναμνήσεις λίγων δυτών, βρέθηκε και ανακτήθηκε μερικώς. Είναι μια εμβληματική ιστορία της τοπικής βιομηχανικής ιστορίας για την οποία υπερηφανεύονται οι ντόπιοι. Είναι ενδιαφέρον να βλέπουμε ποια ιστορία αποκαθίσταται και ποια παραμένει μάλλον στο παρασκήνιο. Ένα πλοίο που αναδύεται από τη λήθη έχει ξαναμπεί στην ιστορική αφήγηση του νησιού και έχει βρει τη θέση του στη σύγχρονη βιομηχανική ιστορία.

10

ΦΩΤΟ: Βιομηχανικό Μουσείο και τροχός του κατεστραμμένου Πατρίς. (αρχείο συγγραφέων)

Απάνω Μεριά

«Ελάτε σιμά, φίλοι μου, να γευτούμε την άγρια νησιωτική φύση, να απολαύσουμε την Απάνω Μεριά, το τελευταίο συριανό τοπίο, έτσι όπως το ονειρεύτηκε εκείνα τα χρόνια τα αρχαία ο  Όμηρος που στέγη δεν είχε και περιπλανιόταν σε τούτα εδώ τα νησιά του Αρχιπελάγους. Ελάτε να περπατήσουμε στις αμμοθίνες, να ανακαλύψουμε την ομορφιά, ένα ποιμενικό τοπίο με πεζούλες και ξερολιθιές, ελάχιστους δρόμους και μονοπάτια, με μικρούς οικισμούς στα Χαρτιανά, στη Φοινικιά, στο Μύτακα, στο Παπούρι, στο Ρυχωπό, στη Χαλανδριανή, στο Λυγερό και πέρα στο Σα Μιχάλη, και λίγες αγροικίες στην Κυπερούσα και στον Κάμπο που γίνονται μέρος του τοπίου.» (TέοςΣελίδες Απάνω Μεριάς)

Τη δεύτερη μέρα της κοινής μας εξόρμησης, ο Τέος και η Χαρά μας ξεναγούν στο βόρειο τμήμα του νησιού, που ονομάζεται Απάνω Μεριά. Η μεγάλη τους αγάπη γι’ αυτήν την περιοχή εμφανίζεται συχνά στα κείμενα του Τέου. Η Απάνω Μεριά ενσαρκώνει την ιστορία των Κυκλάδων ως το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Με καθαρά περιγραφικούς όρους, είναι το τμήμα της Σύρου που χωρίζεται με μια νοητή γραμμή η οποία εκτείνεται από το βόρειο άκρο της Ερμούπολης και διασχίζει το νησί, καλύπτοντας περίπου την περιοχή που εμπίπτει στην προστασία του δικτύου προστατευόμενων περιοχών Natura 2000. Είναι εδώ, στο βόρειο τμήμα, όπου μπορεί να βρει κανείς  σπάνια μεταμορφωμένα πετρώματα που σχηματίστηκαν κάτω από υψηλή πίεση και σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες βαθιά στη γη. Ανάμεσά τους είναι οι λεγόμενοι εκλογίτες, βράχοι με εντυπωσιακό σκούρο χρώμα και προεξέχουν ιδιόμορφα από το έδαφος, που μπορεί κανείς να τους εντοπίσει ακόμη και με μια γρήγορη ματιά στο τοπίο. Ο μεγαλύτερος από τους μεταμορφωμένους μονολιθικούς βράχους της Σύρου, που προήλθε από βάθος 80 χιλιομέτρων, ονομάζεται από τους ντόπιους Αερόλιθος.

Η βόρεια περιοχή χαρακτηρίζεται από πολύ μικρότερους οικισμούς και είναι επίσης πιο ξηρή. Οι απόκρημνες βραχώδεις πλαγιές καλύπτονται με θάμνους θυμαριού, ασπάλαθου και φασκόμηλου. Η πρόσβαση στη θάλασσα από τη βραχώδη ακτή είναι συχνά δύσκολη, αλλά υπάρχουν αμμώδεις παραλίες κρυμμένες ανάμεσα στα βράχια που δεν θα συναντήσετε πουθενά αλλού στη Σύρο. Παρατηρήσαμε επίσης πολλά ερείπια εγκαταλελειμμένων αγροκτημάτων και κατοικιών βοσκών, που έχουν γίνει ένα με το ξηρό τοπίο. Από τη σκοπιά του τουρίστα, το μέρος αυτό μοιάζει παραμελημένο.

Ελλείψει εμπορικής τουριστικής υποδομής, η περιοχή έχει γλιτώσει (τουλάχιστον μέχρι τώρα) από την επέλαση  του τουρισμού που πλήττει άλλα ελληνικά νησιά. Η σαγηνευτική φύση του τόπου βρίσκεται λοιπόν στο μυστήριο των φυσικών φαινομένων και στους μη σηματοδοτημένους αρχαιολογικούς χώρους, που συχνά είναι άγνωστοι ακόμη και στους ντόπιους. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο Τέος στο τελευταίο του βιβλίο, Ακολουθήστε τες, παρουσιάζει τη Σύρο ως ένα νησί θησαυρών, παραπέμποντας στη γοητεία των πειρατικών περιπετειών.

11

ΦΩΤΟ Treasure Island, χάρτης του Nicholas Liber. Πηγήπεριοδικό Εύπλοια

Η στάση του Τέο και της Χαράς απέναντι στην Απάνω Μεριά βασίζεται σε μια διεξοδική εξερεύνηση και σε μια προσαρμογή στο νησί που έγινε βήμα βήμα, όπως αντιλαμβανόμαστε από την καθημερινότητα και την κανονικότητα των αφοσιωμένων προσπαθειών τους. Τους πήρε τρία χρόνια για να περπατήσουν το νησί και να το μελετήσουν λεπτομερώς. Μέρος της διαδικασίας περιλάμβανε την εκμάθηση των διαφόρων στοιχείων αυτού του οικοσυστήματος: άνθρωποι, ζώα, φυτά, πετρώματα και βραχογραφίες, κλίμα, μορφολογία του νησιού και οι διεργασίες τους:

«Περιπλανήθηκα στη Χαλανδριανή, στο Καστρί, στον Γαλησσά, στο όρος Σκόπελος, στις βουνοπλαγιές με τα λίγα κι αραιά δέντρα, τους θάμνους, τα ελάχιστα τρεχούμενα νερά. Παρέα μου, το βουητό των μελισσών που ακολουθούν τις διαδρομές του νέκταρος, οι αλίφωνες που ριγούν στις πνοές του ανέμου δίπλα στη θάλασσα, μικρές πηγές με υδροχαρή φυτά, απόκρημνες, βραχώδεις ακτές, ασβεστολιθικά και ηφαιστειακά πετρώματα, γκρεμνοί, θαλασσινές σπηλιές όπου ζουν φώκιες και θαλάσσιες χελώνες, αμμόλοφοι, σάρες, μικρά φαράγγια, αμμοθίνες. Και στη διάρκεια αυτής της περιπλάνησης πάνω στα πανάρχαια βράχια ανακάλυψα πλήθος από προϊστορικά χαράγματα.» (Τέος ΡόμβοςΊχνη)

Κάποιες φορές, όταν τα θέματα της συζήτησης γίνονται πιο σύνθετα, το εμπόδιο της γλώσσας δυσκολεύει την επικοινωνία, όμως το βασικό μήνυμα για μας είναι ότι έχουμε μπροστά μας έναν ιδιαίτερο τρόπο ζωής και σύνδεσης με το νησί.

Κοντά στον Τέο και τη Χαρά νιώθουμε ότι ωριμάζει η εικόνα μας γι’ αυτό, ότι συνδεόμαστε με τα στρώματα του νησιού και νιώθουμε ότι πρόκειται για μια ενότητα πολύ εύθραυστη, αλλά και στιβαρή και γεμάτη από διαφορετικούς ανθρώπινους κόσμους και σχέσεις που ξεπερνούν την ιστορία του πολιτισμού. Ο Τέος και η Χαρά με τη ζωή τους δείχνουν κάτι πολύ σημαντικό -και δεν χρειάζονται πολλά λόγια για να το κάνουν.

«Σε λίγο φύτρωσαν από το σώμα μου κληματσίδες και στα δάχτυλά μου μπλέκονταν οι έλικες των βοτρύων που άρχιζαν πια να καρποφορούν, ενώ τα βλαστικά κύτταρα μετατρέπονταν σε νευρώνες και άρχισα να αισθάνομαι ότι γίνομαι μέρος ολόκληρου του οικοσυστήματος, ενός οργανισμού που συνυπάρχει σ’ έναν διαρκή αλληλοεπηρεασμό. Είχα πια ξεχάσει να μιλάω, είχα ξεχάσει ότι υπήρξα έλλογο ον, βρισκόμουν εκεί χωρίς μνήμη, χωρίς προορισμό και χωρίς παρελθόν, ξαπλωμένος πάνω στην πράσινη χλόη κι άκουγα τις μικρές φωνές και τους ψιθύρους που έβγαιναν μέσα από τη γη, αντιλαμβανόμουν ότι επρόκειτο για φωνούλες της χλόης, ψιθύρους των φυτών που φύτρωναν μπροστά στα μάτια μου, κουβέντες που έφταναν στα αυτιά μου από τα βρύα και τις λειχήνες που βρίσκονταν ολόγυρα. Αργά, σιγά, θυμόμουν την ξεχασμένη γλώσσα των φυτών, ανέσυρα από τα βάθη του μυαλού μου λέξεις σπάνιες, λέξεις ξεχασμένες, τοπικές ονομασίες, ονόματα ποιητικά, που οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν από αιώνες, διαφορετικά από χώρα σε χώρα, από περιοχή σε περιοχή, κάποτε από κοιλάδα σε κοιλάδα ή και από χωριό σε χωριό. Αλλάζω συνείδηση, παύω να αισθάνομαι μοναδικός, δεν είμαι πια ένα άτομο, γίνομαι ένα πολλοστημόριο, μια βοηθητική ανάσα, μια ρίζα, ένα κλαδί, μια τριχοειδής απόφυση. Παύω να αισθάνομαι ότι με τη γέννησή μου άρχισε η ζωή και θα τελειώσει με το δικό μου θάνατο. Γίνομαι ο «άλλος», κατανοώ τελικά ότι είμαι και ο «άλλος». Δεν υπάρχει πραγματικός χρόνος, ούτε αντικειμενικός χρόνος, όλα αυτά ήταν απλές υποκειμενικές προβολές της ανθρώπινης νόησης. Περνάω, εισέρχομαι στον κοσμικό χρόνο, τον ατέρμονα και κυκλικό χρόνο, στις αναδιπλώσεις και στις ασυνέχειες, στην αχρονικότητα. Η ζωή  διαρκεί από λίγες εβδομάδες έως μερικές χιλιάδες χρόνια. Και η αξία της είναι το ίδιο σημαντική είτε πρόκειται για την εφήμερη ζωή μιας πεταλούδας στο όρος Σύριγγας της Σύρου ή για εκείνο το φυτό που φύεται στις πηγές του γαλάζιου Νείλου, στην ορεινή Αβησσυνία, και ανθίζει κάθε πενήντα χρόνια και όσοι βοτανολόγοι το έχουν δει ισχυρίζονται ότι είναι το ωραιότερο λουλούδι του πλανήτη. Είμαι γέννημα θρέμμα και τούτης εδώ της Γης.» (από το μπλογκ του Τέου Ρόμβου)

12

Χαλανδριανή και Καστρί. Φυσάει βοριάς. Ο Τέος κουλουριάζεται δίπλα σε έναν τάφο στον τόπο όπου ανακαλύφθηκε ένας προϊστορικός οικισμός και ένα νεκροταφείο. Εδώ οι νεκροί τοποθετούνταν σε εμβρυακή στάση μέσα στον τάφο.

Η Απάνω Μεριά λοιπόν καταλαμβάνει δύο επίπεδα στην έρευνά μας: το βιωματικό και το πολιτικό. Ο τόπος μας φέρνει αντιμέτωπους με την τραχύτητα και την παράξενη ομορφιά του, την οποία μπορούμε να αγγίξουμε, την οποία μπορούμε να περπατήσουμε. Αλλά αποτελεί επίσης και το πεδίο μιας πολιτικής πάλης με τις διαδικασίες καταστροφής που προκύπτουν από την επιθυμία να εμπορευματοποιήσουμε οτιδήποτε μπορεί να εμπορευματοποιηθεί στα νησιά: τη γη, τον άνεμο, τη θάλασσα και τον πολιτισμό. Αυτά τα δύο επίπεδα είναι αλληλένδετα. Χωρίς μια σχέση με το οικοσύστημα του νησιού, δεν θα υπήρχε καμία προσπάθεια για τη διάσωσή του – και χωρίς την πολιτικοποίηση αυτής της σχέσης, οι κάτοικοι του νησιού θα είχαν σύντομα απομείνει με ελάχιστα πράγματα.

Έτσι, μια ευρύτερη κοινότητα «εραστών» των νησιών έχει σχηματιστεί γύρω από την Απάνω Μεριά, που επιδιώκει να αποτρέψει την υπερανάπτυξη χωρίς αρχή και τέλος, και υποστηρίζει δραστηριότητες με μικρό αντίκτυπο στο τοπικό οικοσύστημα. Η ομάδα ξεκίνησε ως ανοιχτή συνέλευση πολιτών του νησιού και επισημοποιήθηκε το 2017. Οι δραστηριότητές της περιλαμβάνουν την προώθηση του γεωτουρισμού (ως εναλλακτική λύση στον τουρισμό χωρίς ευαισθησία απέναντι στον τόπο και το τοπικό οικοσύστημα) και τη διατήρηση και ενίσχυση του καθεστώτος προστασίας του φυσικού χώρου. Προσπαθούν να προωθήσουν την αποκατάσταση του χώρου (καθαρισμός, συντήρηση μονοπατιών) και οργανώνουν εκπαιδευτικά εργαστήρια ή περιπάτους που προωθούν την ευαισθητοποίηση στις εναλλακτικές δυνατότητες γεωτουρισμού και συμβάλλουν στη διατήρηση των τοπικών οικοσυστημάτων.

Στις συναντήσεις μας με τον Τέο και τη Χαρά, καθώς και με τη Σύρο, γινόμαστε επίσης το είδος των τουριστών που σταδιακά υιοθετούν μια διαφορετική προσέγγιση στην εξερεύνηση του νησιού.

Μπορεί να περιγραφεί ως μια σταδιακά οικοδομούμενη σχέση με το τοπίο, η οποία δεν διαμορφώνεται από προκαθορισμένες ερμηνείες αλλά από συναισθήματα, θραύσματα, εντυπώσεις. Πράγματα πιο προσωπικά, που δημιουργούν ένα μωσαϊκό που μπορεί να το δει κανείς λίγο διαφορετικά κάθε φορά και το οποίο μπορεί να μπει στο πετσί μας ως ένα είδος ενσωματωμένης εμπειρίας.

Με τη Χαρά, τον Τέο και τους φίλους τους, βλέπουμε επίσης μια συγκεκριμένη μορφή ακτιβισμού που έχει τις ρίζες της στην τοπική κοινωνία και συνδέεται με τον τόπο επιρροής της. Δεν εγκλωβίζεται σε υποπολιτισμικά καταφύγια, διότι δεν μπορεί, και χρησιμοποιεί επίσης διάφορους τυπικούς σχηματισμούς ή πρακτικές (για παράδειγμα τη δημιουργία ενός γεωπάρκου). Στοχεύει σε ένα μακροπρόθεσμο όραμα συνύπαρξης στα νησιά, γιορτάζοντας τη ζωή μέσα στην ποικιλομορφία της και τις φαινομενικά αόρατες συνδέσεις και σχέσεις μέσα στα νησιωτικά οικοσυστήματα που έχουν τεράστια αξία και ιστορία. Σε αντίθεση με τον αστικό ακτιβισμό, σημειώνουμε ότι στη συνεργασία συμμετέχουν επίσης εκπρόσωποι του «κατεστημένου» και ντόπιοι πολίτες χωρίς σαφείς ιδεολογικές ή πολιτικές γραμμές. Με αυτόν τον τρόπο, όλοι μπορούν να συνδεθούν και να αυτοπροσδιοριστούν μαζί ως κάτοικοι που ενδιαφέρονται για έναν βιώσιμο τρόπο ζωής στα νησιά. Η απειλή που αντιλαμβάνονται και που τους ενώνει προέρχεται κυρίως απ’ έξω: είναι εκείνοι που έρχονται με σχέδια για μεγάλες επενδύσεις και στους οποίους υποχωρεί συχνά η διεφθαρμένη κεντρική κυβέρνηση.

Η εκδρομή μας στο νησί ανάμεσα στους προστάτες της Απάνω Μεριάς ήταν πολύ σύντομη για να σκεφτούμε κριτικά και σε μεγαλύτερο βάθος αυτή τη μορφή ακτιβισμού, πόσο μάλλον για να τη σκεφτούμε ως ένα είδος underground έκφρασης. Μας εντυπωσίασε ιδιαίτερα η ισχυρή σχέση του Τέο και της Χαράς με το νησί και οι ειλικρινείς προσπάθειές τους να το ξανακάνουν ένα ελεύθερο μέρος, απαλλαγμένο από κάθε είδους εκμετάλλευση. Η τάση να χρησιμοποιούν διάφορους επίσημους θεσμούς για την προστασία των νησιών, μας θύμισε μια παρατήρηση της Αθηναίας ξεναγού μας, της Νάντιας. Επεσήμανε ότι οι ακτιβιστές σήμερα πρέπει να είναι έξυπνοι και στρατηγικοί στη χρήση διαφορετικών μορφών αγώνα, οι οποίες παλαιότερα μπορεί να έδιναν την εικόνα πως εντάσσονται υπερβολικά στο σύστημα.

Ωστόσο, είναι αδύνατο να μην παρατηρήσει κανείς τους κινδύνους που μπορεί να επιφέρει αυτή η τάση. Στην περίπτωση της Σύρου, αυτό αφορά, για παράδειγμα, τις προσπάθειες να συμπεριληφθεί η γεωλογική κληρονομιά του νησιού στον κατάλογο των μνημείων της UNESCO, κάτι που, στα μάτια των κατοίκων, θα αποτρέψει την εκμετάλλευση του νησιού. Από την άλλη πλευρά, η UNESCO, η οποία προωθεί επίσημα τον «βιώσιμο τουρισμό», δεν εξασφαλίζει μόνο προστασία, αλλά φέρνει μαζί της και ένα νέο είδος καταστροφής που συνδέεται με την αύξηση του περιηγητικού τουρισμού. Το Νησί των Θησαυρών, του οποίου η γοητεία έγκειται ακριβώς στην ελαφριά ερείπωσή του και συνεπώς στη δυσκολότερη αναγνωσιμότητά του, θα μπορούσε να χάσει οριστικά τη γοητεία του.

Ταξίδι στο ακρωτήριο Γράμματα

Την τρίτη μας μέρα στη Σύρο, νοικιάζουμε μηχανάκια κατόπιν σύστασης του Τέο και της Χαράς και κατευθυνόμαστε βόρεια σε ένα από τα λίγα καταπράσινα σημεία του νησιού. Στο ακρωτήριο Γράμματα θέλουμε να εξερευνήσουμε τα λαξεμένα στην πέτρα μηνύματα.

Τα τελευταία χιλιόμετρα οδηγούμε σε άδειους χωματόδρομους στα ψηλότερα σημεία του νησιού. Στη συνέχεια πρέπει να αφήσουμε τα μηχανάκια και να ακολουθήσουμε ένα σποραδικά σηματοδοτημένο μονοπάτι. Οδηγεί μέσα από άνυδρες πλαγιές λόφων, πάνω από βοσκοτόπια κατσικιών και γεωλογικούς σχηματισμούς, περνώντας από τις προστατευμένες και αμμώδεις παραλίες στου Αμερικάνου,  μέχρι τους μικρούς όρμους στο βορειότερο άκρο του νησιού, το ακρωτήριο Γράμματα. Περνάμε από ένα λατομείο μαρμάρου και κατηφορίζουμε σε μια κοιλάδα, αναζητώντας τη σκιά των πεύκων που φύτεψε εκεί στο παρελθόν ένας άντρας που οι ντόπιοι του έδωσαν το όνομα «Γιάννης ο Αμερικάνος».

Ο Γιάννης (John Pierson) μπορεί να μεγάλωσε αλλού και με διαφορετική γλωσσική κουλτούρα, αλλά έλαβε κλασική μόρφωση. Όταν επισκέφθηκε τις Κυκλάδες για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1960, μαγεύτηκε αλλά και εντυπωσιάστηκε από τη διαφορά ανάμεσα στο τοπίο που γνώρισε διαβάζοντας Πλάτωνα και Όμηρο και στο πραγματικό τοπίο που συνάντησε, ξερό και ερημοποιημένο (ένα αρχαίο ερείπιο αυτού του τοπίου, θα μπορούσε να πει κανείς). Αγόρασε μια μεγάλη έκταση στην Απάνω Μεριά, περίπου 800 στρέμματα άνυδρης γης, έσκαψε πηγάδια για να έχει πρόσβαση στο νερό, περιέφραξε τη γη για να κρατήσει μακριά τα αγριοκάτσικα και ξεκίνησε την αποκατάσταση του εδάφους.

 Έμαθε από τους ντόπιους την άνυδρη καλλιέργεια, φύτεψε δέντρα σε μέρη προστατευμένα από τους δυνατούς ανέμους -ιδιαίτερα χαλέπια πεύκα, τα οποία είναι ανθεκτικά και δεν έχουν πολλές απαιτήσεις- και έσκαψε τρύπες στις ρίζες τους για να φτάνει η υγρασία και το πολύτιμο νερό της βροχής. Το άλλοτε άνυδρο βραχώδες τοπίο είναι τώρα ένα άλσος με πεύκα που φτάνει μέχρι την αμμώδη παραλία. Το οικοσύστημα που δημιουργήθηκε είναι πλέον ικανό να ανανεώνεται από μόνο του και δεν χρειάζεται την υποστηρικτική ανθρώπινη παρέμβαση που κάποτε χρειαζόταν.

Η ιστορία αυτού του Αμερικάνου είναι ενδιαφέρουσα για εμάς, γιατί είναι σχεδόν παραδειγματική της κατάστασης του νησιού (αντλούμε εδώ κυρίως από τις συνομιλίες με τη Νάντια, και την οπτική της για την άφιξη του ιού που θα μας σώσει). Ο ξένος, ο αντίποδας του αυτόχθονα, ένας άνθρωπος γαλουχημένος με τα κλασικά αναγνώσματα και τη μελέτη του λαμπρού αρχαίου παρελθόντος, που ζει σε μια αλλοτριωμένη κοινωνία, φτάνει στις Κυκλάδες, όπου λαμβάνει χώρα μια απροσδιόριστη συνάντηση. Ο Αμερικάνος γοητεύεται, μαγεύεται και θλίβεται από τον τόπο, ερωτεύεται και, σύμφωνα με την εικόνα που έχει στο μυαλό του, αφοσιώνεται, υποστηριζόμενος από τη δύναμη του έρωτα, στην ιδέα της αναζωογόνησης ενός τοπίου που, από τη δική του οπτική γωνία, είναι στην πραγματικότητα ερείπιο.

Το μέρος που ονομάζεται «Στου Αμερικάνου» είναι ένας δημοφιλής προορισμός για τους κατοίκους και τους επισκέπτες του νησιού. Προχωράμε και συναντάμε νέους που κατασκηνώνουν στην παραλία και απολαμβάνουν ένα ρομαντικό καλοκαίρι. Κάνουμε μπάνιο στον κόλπο και συνεχίζουμε κατά μήκος άγονων βράχων, που μοσχοβολούν θυμάρι και φασκόμηλο, και απότομων γκρεμών με αδέσποτες κατσίκες, προς το βορειότερο σημείο του νησιού, το ακρωτήριο Γράμματα. Το μέρος όπου λέγεται ότι βρίσκονται μηνύματα από αρχαίους πολιτισμούς, για τα οποία μας μίλησαν ο Τέος και η Χαρά κατά τις περιπλανήσεις μας στο νησί. 

Η έλλειψη σηματοδοτημένων μονοπατιών προσθέτει στο μυστήριο. Περνάμε μια μικρή παραλία σκεπασμένη με σκουπίδια και πλαστικά μπουκάλια που έχει ξεβράσει η θάλασσα, και φτάνουμε στην άκρη του νησιού, σ’ ένα τεράστιο γκρεμό σε σχήμα πυραμίδας. Από εδώ μπορεί να δει κανείς την απεραντοσύνη του Αιγαίου Πελάγους, με μόνο το περίγραμμα της Γυάρου να αναδύεται μέσα απ’ αυτό. Στο δρόμο της επιστροφής και χάρη σε μια πιο προσεκτική εξέταση των παράκτιων βράχων αρχίζουμε σταδιακά να παρατηρούμε τα διαφορετικά είδη μηνυμάτων που είναι λαξεμένα στις επίπεδες επιφάνειες των βράχων. Συναντάμε και μια πινακίδα με την επιγραφή ΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ, που πιθανότατα σύντομα θα παρασυρθεί από τον άνεμο.

Είναι βέβαιο ότι αν είχαμε αφιερώσει περισσότερο χρόνο εδώ, εξετάζοντας προσεκτικά τις διάφορες επιγραφές, θα είχαμε συναντήσει κάποια πραγματικά αρχαία μηνύματα. Ωστόσο, στα ανεκπαίδευτα μάτια μας προσφέρθηκαν μάλλον πιο χαρακτηριστικές επιγραφές νεότερης χρονολογίας, περίπου των δύο τελευταίων αιώνων. Εδώ και εκεί βλέπαμε κάποιες μισοσβησμένες επιγραφές που πιθανότατα ήταν πολύ παλαιότερες, αλλά η χρονολόγηση και η σημασία τους παρέμειναν για εμάς μυστήριο.

Περιμέναμε να βρούμε εδώ προσεκτικά σημειωμένα στοιχεία της επιρροής των αρχαίων πολιτισμών που άκμασαν στα νησιά πριν από την εμφάνιση του σύγχρονου πολιτισμού. Αντίθετα, συναντήσαμε ένα ζωντανό πέτρινο χρονικό που δεν έπαψε ποτέ να υπηρετεί την επιθυμία του ανθρώπου να αφήσει ένα σημάδι, να επικοινωνήσει, να εκφραστεί. Το παλιό αναμειγνύεται με το σύγχρονο και η απουσία ξεκάθαρων πινακίδων που να λένε στον επισκέπτη πού να κοιτάξει και τι είναι πραγματικά πολύτιμο δίνει την εντύπωση ενός είδους πολυεπίπεδης συνέχειας. Μια συνέχεια που μπορεί να δει κανείς σε απομακρυσμένα μέρη που δεν έχουν ακόμη υποκύψει στην προσπάθεια να διατηρηθούν, αφαιρώντας οτιδήποτε νέο ή εμποδίζοντας τη δημιουργία του. Πώς θα προσέγγιζε η UNESCO αυτό το ολοζώντανο χρονικό; Δεν θα θεωρούσε βανδαλισμό ένα μήνυμα που χάραξαν οι σύγχρονοί μας;

Στα μεταγενέστερα κείμενα του Τέο, βρίσκουμε μια βαθύτερη εικόνα της μεταβαλλόμενης φύσης αυτού του τόπου, καθώς και μια κάποια περιπέτεια, που συνδέεται με την ιστορία, την οποία ο σύγχρονος ταξιδιώτης σπάνια βιώνει:

«Οι θαλασσοπνιγμένοι βάζανε πλώρη για τον απάνεμο κόλπο των Γραμμάτων και μόλις καβατζάρανε το ακρωτήρι σώζονταν, γιατί εκεί καλμάριζε ο καιρός. Και τότε οι άνθρωποι αυτοί, που ’χαν τραβήξει των παθών τους τον τάραχο, πελεκούσαν πάνω στο βράχο τις ευχαριστίες τους στους θεούς, που τους βοήθησαν να σωθούν. Είχαν φτάσει τόσο κοντά στον πνιγμό, στο θάνατο, και βγήκαν ζωντανοί. Είχαν γνωρίσει την αντάρα και το χοχλάκιασμα της θάλασσας και τώρα δόξαζαν την αξία της πρόσκαιρης ύπαρξης…»

«Σκαλίζοντας το όνομα του πλοίου τους στα βράχια, οι προσκυνητές που έπλεαν στις θάλασσες της ελληνιστικής αρχαιότητας, των ρωμαϊκών χρόνων και του Βυζαντίου  εξασφάλιζαν θεϊκή προστασία από τους σφοδρούς βόρειους ανέμους του Αιγαίου για αιώνες.»

14

ΓράμματαΑρχείο συγγραφέων.

Οι σημερινοί προσκυνητές φτάνουν εδώ με τα πόδια ή με πολύ πιο ασφαλή και καλύτερα εξοπλισμένα σκάφη και γιοτ, οπότε τα μηνύματά τους απευθύνονται αλλού και όχι στους θεούς και χρησιμεύουν περισσότερο ως βιβλίο επισκεπτών σε ορεινή καλύβα. Ωστόσο, οι αρχαίοι ναυτικοί εδώ απέδιδαν φόρο τιμής στους θεούς (Ασκληπιό, Διόσκουρους, Ήλιο και αργότερα χριστιανούς άγιους όπως ο Άγιος Φωκάς και άλλοι), ζητώντας τους να προστατεύσουν τους ταξιδιώτες και να  εξασφαλίσουν καλό καιρό και προστασία από τις καταιγίδες. Οι επιγραφές στο ακρωτήριο Γράμματα μαρτυρούν, μεταξύ άλλων, τη σημασία της Μεσογείου, όπου συναντώνται εμπορικά, πειρατικά και πολεμικά πλοία από πολλά μέρη του τότε γνωστού κόσμου – Θράκη, Μικρά Ασία, Αίγυπτο και αλλού. Τι αντίθεση με τον σημερινό κόσμο, όπου για πολλούς Σύρους, άντρες και γυναίκες, η πλεύση από την Τουρκία στα κοντινά ελληνικά νησιά είναι ένα απειλητικό για τη ζωή εγχείρημα (επίσης λόγω των επαναπροωθήσεων του ελληνικού ναυτικού), με ατέλειωτη παραμονή σε στρατόπεδα προσφύγων που τους περιμένουν στο τέλος του ταξιδιού τους.

Λαχτάρα για βαθύ χρόνο

Στη μεγαλούπολη, ένα σπήλαιο ατομικισμού, αλλοτριωμένης εργασίας και επιδεικτικής κατανάλωσης με αρκετή δόση ανομίας, χανόμαστε λίγο στις αλληλοκαλυπτόμενες φωνές του πλουραλισμού. Μερικές φορές φαίνεται αδύνατο να αποφασίσεις ποιον δρόμο θα ακολουθήσεις. Μετά το χάος της μεγαλούπολης, η Σύρος, ο Τέος και η Χαρά μάς υποδέχτηκαν σαν παλιοί φίλοι. Μας αγκάλιασαν με αγάπη, φιλοξενία και μας έδωσαν την ευκαιρία να παρατηρήσουμε και να ακούσουμε με προσήλωση τη ζωντανή και μη φύση του νησιού.

Αγαπήσαμε τόσο τη Σύρο, τον Τέο και τη Χαρά που σκεφτόμαστε να επιστρέψουμε εκεί το συντομότερο δυνατό (τουλάχιστον για τις διακοπές). Όχι επειδή το νησί έχει κάποια εξαιρετική ομορφιά. Το τοπίο εδώ είναι αρκετά ξηρό και αφιλόξενο, και οι λίγες παραλίες είναι δυσπρόσιτες. Οι μέρες της βιομηχανικής δόξας της Ερμούπολης ανήκουν πλέον στο παρελθόν, όπως φαίνεται από μια βόλτα στο κέντρο: τα κάποτε πολυτελή σπίτια είναι τώρα συχνά εγκαταλελειμμένα και ερειπωμένα. Έχει να κάνει περισσότερο με τη φύση της εμπειρίας που μας ετοίμασαν ο Τέος και η Χαρά, τη μακρά ιστορία του νησιού και τη δική μας σύντομη ιστορία που διασταυρώθηκαν εδώ.

Η δουλειά του Τέο, της Χαράς και των φίλων τους συνεχίζεται καθημερινά και μοιάζει σχεδόν με δουλειά μυρμηγκιών. Δεν καρποφορεί αμέσως. Απαιτεί υπομονή και ταπεινότητα και χαρακτηρίζεται από την πρωτοτυπία των κινήτρων και την αλήθεια των ιστοριών της, χωρίς πολεμικές αφηγήσεις ή ηρωικό πάθος. Είναι ένα μοντέλο του πώς να ζεις και πώς να κάνεις ακτιβισμό – είναι μια συγχώνευση με τον τόπο, μια συγκεκριμένη σύνδεση μεταξύ των αξιών της ζωής και του τρόπου επίτευξής τους. Είναι υπόδειγμα ακτιβισμού – και ας είναι υπόδειγμα ακτιβισμού.

Αυτό που αποκομίζουμε από την ευγενική ξενάγησή τους στο νησί είναι η χαρά της εξερεύνησης και της ακρόασης της φύσης, καθώς και η εμπειρία της αφύπνισης της λαχτάρας για μια διαφορετική αντίληψη και εμπειρία του χρόνου από αυτή που ορίζεται από το μεγάλο σπήλαιο. Είναι ένας χρόνος που ρέει διαφορετικά, με βάση κλίμακες διαφορετικές από την τύρβη της πόλης. Είναι πιο κοντά στις γεωλογικές διεργασίες. Ένας βαθύς χρόνος που μας ξεπερνάει.

Ωστόσο, τόσο η επέκταση των βιομηχανικών αιολικών πάρκων στα νησιά, όπως π.χ.   στον Άγιο Γεώργιο, όσο και το νησί της Γυάρου αποδεικνύουν ότι τα νησιά μπορούν να χρησιμεύσουν όχι μόνο για την υλοποίηση ουτοπιών, για τις οποίες συχνά γράφει ο Tέος, αλλά και για την υλοποίηση τέλειων δυστοπιών. Επιπλέον, στη δυστοπία της Γυάρου, τα αρχαία ερείπια διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη δημιουργία και υποστήριξη μιας συγκεκριμένης πολιτισμικής αφήγησης που χρησιμεύει στην υποστήριξη ενός εθνικιστικού καθεστώτος και αγνοεί ή παραμελεί τα συμφραζόμενα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε άλλα νοήματα. Το στρατόπεδο της Γυάρου αποκαλύπτει έτσι τον πολύπλευρο ρόλο των αρχαίων ερειπίων που χρησιμοποιούνται από διάφορους κυβερνώντες, όχι μόνο στην Ελλάδα, για να πλαισιώσουν πολιτισμικά το πολιτικό τους σχέδιο, κάτι που έχουμε ήδη επισημάνει σε σχέση με την Ακρόπολη.

Ως απομεινάρι του παρελθόντος, το ναυάγιο του Πατρίς είναι ένα τεχνούργημα που γράφει ιστορία, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί μέρος του υποθαλάσσιου οικοσυστήματος σήμερα και έτσι συμμετέχει στη συνέχιση της ιστορίας. Με βάση αυτό και άλλα παραδείγματα φθοράς και αποσύνθεσης, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα ερείπια σε μια νέα διάταξη είναι συχνά συστατικά στοιχεία ενός νέου οικοσυστήματος, προϋποθέσεις για κάτι νέο. Όπως ένα πλοίο που βυθίζεται για πάντα και γίνεται ύφαλος που σφύζει από ζωή.

15

Ο Τέος, η Χαρά και εμείς. Αρχείο συγγραφέων.

Ο Jakub Černý (1984) σπούδασε ψυχολογία, κοινωνική εργασία και ψυχοθεραπεία. Στην έρευνά του επικεντρώνεται στην αντίσταση στον τομέα των αστικών δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων στέγασης, στην εξουθένωση και στον άνισο αγώνα των ακτιβιστών, στις πολιτικές πτυχές της ψυχικής υγείας και στη σχετική υποστήριξη σε άτομα με τραυματικά βιώματα. Είναι μέλος της Narativ, μιας ένωσης αφιερωμένης στη διάδοση πρακτικών συνεργασίας και διαλόγου στην Τσεχική Δημοκρατία.

Η Anna Václavíková (1997) σπούδασε κοινωνική ανθρωπολογία και κοινωνιολογία και σήμερα σπουδάζει μηχανική βιώσιμων συστημάτων στο Φράιμπουργκ. Η έρευνά της επικεντρώνεται στις (μετα)βιομηχανικές πόλεις, στις δυνατότητες χρήσης εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών δομών και στις στρατηγικές για βιώσιμη αστική ανάπτυξη.

Το ταξίδι και η έρευνα των συγγραφέων στη Σύρο έγινε στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του εκδοτικού οίκου Octopus Press που είναι ο εκδοτικός φορέας του εκθεσιακού χώρου PLATO. Στο χώρο PLATO, στην Οστράβα της Τσεχίας, οργανώθηκε το 2021 μια μεγάλη έκθεση αφιερωμένη στο περιοδικό ΤΡΥΠΑ. Δείτε εδώ: ΤΡΥΠΑ: Μια έκθεση στην Τσεχία